Σαρούνας Γιασικεβίτσιους: Μπασκετική ιδιοφυία

0

Κατέκτησε τα πάντα. Ήταν, και εξακολουθεί να είναι, τέτοιο το μέγεθός του ως αθλητής, που κατάφερε να κερδίσει το σεβασμό ακόμη και των μεγαλύτερων «εχθρών» του. Παίκτες σαν τον Σαρούνας Γιασικεβίτσιους δεν εμφανίζονται κάθε μέρα.

Είτε τον αντιπαθούσες είτε τον λάτρευες, πάντα για τα εντός παρκέ πεπραγμένα του, ήταν αδύνατον να μην υποκλιθείς στη μπασκετική του ιδιοφυΐα. Αν βάλουμε στην εξίσωση και το εκρηκτικότατο ταμπεραμέντο του, τότε το αποτέλεσμα είναι μοναδικό.

Ο «Μίδας» του ευρωπαϊκού μπάσκετ δεν ήταν λάτρης των ημίμετρων. «Δεν υπάρχει μέση οδός για εμένα. Ό,τι κάνω, το κάνω έντονα» είχε πει πριν από χρόνια. Ίσως αυτός να είναι ο βασικότερος λόγος της επιτυχίας του. Το Cyprusbasket.net σας παρουσιάζει τη διαδρομή του παίκτη που έθεσε τα θεμέλια για την εξέλιξη της θέσης του point guard.

Τα πρώτα βήματα

Ο Σαρούνας Γιασικεβίτσιους γεννήθηκε στις 5 Μαρτίου του 1976 στο Κάουνας. Οι γονείς του βλέποντας την τρέλα που κουβαλούσε ο γιος τους για το μπάσκετ, αλλά και εξαιτίας της ιδιόμορφης κατάστασης που είχε αρχίσει να υφίσταται με γοργούς ρυθμούς στη Λιθουανία μετά τον κατακερματισμό της Σοβιετικής Ένωσης, πήραν τη δύσκολη απόφαση να τον στείλουν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού για να σπουδάσει και να κυνηγήσει το όνειρό του.

Ο έφηβος Σάρας πήρε μετεγγραφή για το Solanco High School της περιφέρειας Quarryville στην Pennsylvania. Εκεί ασχολήθηκε και με το τένις προτού κατανοήσει πως το μπάσκετ ήταν μονόδρομος. Η συνεχής βελτίωσή του τον οδήγησε στο πανεπιστήμιο του Maryland. Τα πράγματα όμως δεν εξελίχθηκαν, τουλάχιστον στην αρχή, όπως θα ήθελε. Τα δύο πρώτα χρόνια ο Σάρας δεν αγωνιζόταν ως point, αλλά ως shooting guard. Δεν είχε όμως μεγάλο χρόνο συμμετοχής μιας και η θέση ήταν καπαρωμένη από τους Duane Simpkins, Johnny Rhodes και Exree Hipp, με τους μέσους όρους του στην επίθεση να κυμαίνονται σε κάτω του μετρίου επίπεδα (4 πόντοι ανά παιχνίδι τη σεζόν 1994-1995 και 5.4 την επόμενη χρονιά).

Τότε κατάλαβε πως ο χρόνος συμμετοχής του θα αυξανόταν μόνο αν βελτίωνε και άλλους τομείς του παιχνιδιού του, όπως η οργάνωση. Πράγματι, τις δύο τελευταίες του χρονιές ως φοιτητής, ο Λιθουανός, έχοντας επαναπροσδιορίσει τον τρόπο παιχνιδιού του άρχισε να γίνεται περισσότερο point διατηρώντας βέβαια και τα πλεονεκτήματα ενός wingman. Η πρόοδός του αποτέλεσε το εχέγγυο για την μεγαλύτερη, σε διάρκεια, συμμετοχή του στις αναμετρήσεις του κολλεγιακού πρωταθλήματος, έχοντας την τελευταία του χρονιά 12.4 πόντους και 3.8 ασίστ ανά αγώνα.

Παρ’ όλα αυτά δεν επελέγη από κάποια ομάδα στο draft του 1998, παίρνοντας την απόφαση να επιστρέψει στην Ευρώπη. Αν και ο ίδιος δεν το ήξερε -πώς θα μπορούσε άλλωστε- η κυριαρχία του μόλις είχε ξεκινήσει.

Πρώτος σταθμός στην επαγγελματική του καριέρα ήταν η Λιέτουβος Ρίτας. Σε σύνολο 30 αγώνων ο Σάρας είχε 17.5 πόντους και 5 ασίστ μέσο όρο, με ποσοστό ευστοχίας στα δίποντα 55.1% και στα τρίποντα 46.4%. Δεν έμεινε για πολύ στα πάτρια εδάφη καθώς από την επόμενη αγωνιστική περίοδο, 1999-2000, θα αγωνιζόταν στο πρωτάθλημα Σλοβενίας για λογαριασμό της Ολίμπια Λουμπλιάνας. Η τύχη μόλις του είχε χαμογελάσει. Αρχικά γιατί θα αγωνιζόταν για πρώτη φορά στο Κύπελλο Πρωταθλητριών και εν συνεχεία επειδή συνεργάστηκε με τον Zmago Sagadin.

Ο εν λόγω κύριος, που εκτός των άλλων είναι ιδρυτής της Αδριατικής Λίγκας, είχε το απίστευτο χάρισμα να αναδεικνύει και να βελτιώνει παίκτες, έχοντας το ρόλο του μέντορα για τους περισσότερους. Ιδού κάποια ονόματα αθλητών που γαλουχήθηκαν στο πλευρό του: Beno Udrih, Nikola Vujcic, Igor Rakocevic, Vlado Ilievski, Yotam Halperin, Sconnie Penn.

Οι μέσοι όροι του στο σκοράρισμα (9.3) και ασίστ (3.4) μπορεί να συρρικνώθηκαν, όμως οι εμπειρίες που συνέλεξε αποτέλεσαν τη βάση για την «απογείωσή» του. Ο ίδιος μάλιστα παραδέχθηκε πως εξαιτίας του Sagadin μπολιάστηκε με τη νοοτροπία του νικητή και βελτιώθηκε τόσο γρήγορα και με επιτυχία. Highlight της χρονιάς ήταν η κατάκτηση του Κυπέλλου Σλοβενίας κόντρα στην Zlatorog Laško με 71-70 αλλά και η πρόκριση επί του Ολυμπιακού στη φάση των 16 της Ευρωλίγκας, με 2-1 στις νίκες.

Το καλοκαίρι του 2000 παίρνει την απόφαση να αλλάξει παραστάσεις και να γίνει κάτοικος Βαρκελώνης, μετά από μία δελεαστικότατη πρόταση των Μπλαουγκράνα. Αγωνίστηκε με τα χρώματα της Μπαρτσελόνα για τρία χρόνια, κατακτώντας δύο πρωταθλήματα και δύο κύπελλα Ισπανίας (2001, 2003), ενώ αναδείχθηκε πρωταθλητής Ευρώπης το 2003 απέναντι στη Μπενετόν με 76-65, σημειώνοντας 8 πόντους με 1/6 τρίποντα και 5/5 βολές, έχοντας παράλληλα 1 ασίστ, 1 ριμπάουντ και 4 λάθη σε 24 λεπτά συμμετοχής. Η παράσταση όμως δε σταματάει εδώ. Ανακηρύχθηκε καλύτερος ευρωπαίος μπασκετμπολίστας για το 2003 (Mr. Europa) και του απονεμήθηκε ο τίτλος του MVP για τις αψεγάδιαστες εμφανίσεις του στους τελικούς κόντρα στη Βαλένθια, όπου η Μπαρτσελόνα τη «σκούπισε» με 3-0.

Στο πρωτάθλημα Ισπανίας σκόραρε κατά μέσο όρο 13.9 πόντους, μοιράζοντας και 4 ασίστ. Στην Ευρωλίγκα φόρτωνε τα αντίπαλα καλάθια με 13 πόντους ανά παιχνίδι, ενώ διασπούσε τις αντίπαλες άμυνες με 4.1 τελικές πάσες. Η απόδοσή του κυμάνθηκε σε υψηλότατα επίπεδα, όντας πρώτος ανάμεσα σε πρώτους, με τους Reneses και Pesic να του παραδίδουν εξ ολοκλήρου τα ηνία της ομάδας. Η μεγαλύτερη όμως επιτυχία του Sarunas είναι ό,τι κέρδισε το σεβασμό των συμπαικτών του, μερικοί εκ των οποίων αποτελούν ιερά τέρατα του ευρωπαϊκού μπάσκετ, όπως οι Καρνισόβας, Ναβάρο, Πάου Γκασόλ, Σάβιτς και Μποντιρόγκα (την αγωνιστική περίοδο 2001-2002 ήταν συμπαίκτης με τους Ρεντζιά και Οικονόμου).

Όλα τα ωραία όμως κάποια στιγμή τελειώνουν. Οι σχέσεις του Λιθουανού αστέρα με τον Πέσιτς, αρχής γενομένης από το δεύτερο μισό της σεζόν 2002-2003, άρχισαν να παγώνουν και έτσι με την ολοκλήρωση της χρονιάς, ο Σάρας είχε καταλάβει πως θα έπρεπε να ψάξει αλλού για ομάδα, εκφράζοντας παράλληλα και τη δυσαρέσκειά του για τον πρώην προπονητή του, υποστηρίζοντας πως ο βασικότερος λόγος της απομάκρυνσής του από τη Μπαρτσελόνα ήταν ο Σέρβος. «Δεν ήθελε να με κρατήσει» ήταν κάποια από τα λόγια του λίγο καιρό μετά τη λύση της συνεργασίας του με την ομάδα. Μπορεί οι δρόμοι των δύο πλευρών να χώρισαν άδοξα, όμως οι σχέσεις που είχαν δημιουργηθεί δεν ήταν δυνατόν να ραγίσουν.

Διαστημικό μπάσκετ με την «ομάδα του λαού»

sarunas-4

«Ήμουν ερωτευμένος με τη Μακάμπι. Ήταν κάτι το ιδιαίτερο να παίζεις για αυτή την ομάδα». Με αυτό τον τρόπο περιέγραψε ο  Γιασικεβίτσιους τα όσα έζησε από το 2003 μέχρι το 2005 στο Ισραήλ με τα χρώματα της Μακάμπι Τελ Αβίβ. Συνεργάστηκε άψογα με τους Νίκολα Βούισιτς, Άντονι Πάρκερ και Πίνι Γκέρσον, οδηγώντας τη Μακάμπι στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων και δύο κυπέλλων Ισραήλ, συμβάλλοντας επίσης τα μέγιστα στην αναρρίχηση της «Ομάδας του Λαού» στην κορυφή της Ευρώπης τόσο το 2004 όσο και το 2005.

Ποιος μπορεί να ξεχάσει άραγε την επική νίκη-πρόκριση απέναντι στη Ζαλγκίρις με 107-99 στην παράταση (λαμπάδα άναψαν οι οπαδοί και τα μέλη της ομάδας στον Ντέρικ Σαρπ για το τρίποντο που πέτυχε λίγο πριν ηχήσει η κόρνα της λήξης, ισοφαρίζοντας το σκορ σε 94-94) στις 8 Απριλίου του 2004 για την τελευταία αγωνιστική του Top-16, με τον Σαρούνας να φορτώνει το αντίπαλο καλάθι με 37 πόντους σε κάτι λιγότερο από 30 λεπτά συμμετοχής (29:45);

Όπως επίσης όλοι είχαν μείνει άναυδοι από την απόδοσή του και στα δύο Final 4 που συμμετείχε με τη Μακάμπι. Το 2004, στον ημιτελικό κόντρα στην ΤΣΣΚΑ (νίκη με 93-85) ο  Γιασικεβίτσιουςείχε 18 πόντους και 6 ασίστ, όμως η παράσταση απέναντι στη Μπολόνια, στον μεγάλο τελικό της 1ης Μαΐου, ήταν κάτι το εξαιρετικό. Οι παίκτες της Μακάμπι ήταν σε τρελά κέφια και κονιορτοποίησαν τους αντιπάλους τους με 118-74, με τον Λιθουανό guard να έχει 18 πόντους και 5 ασίστ, κατακτώντας τη δεύτερη Euroleague, και μάλιστα συνεχόμενη, της καριέρας του. Έχασε όμως το βραβείο του πολυτιμότερου παίκτη από τον Anthony Parker, ο οποίος είχε 24 πόντους, 5 ριμπάουντ, 2 ασίστ και 2 κλεψίματα κατά μέσο όρο.

Αυτό που δεν κατάφερε όμως το 2004 το πέτυχε με εμφατικότατο τρόπο ένα χρόνο μετά στην Olimpiisky Arena της Μόσχας. Θύμα του στον ημιτελικό ο Παναθηναϊκός. Με 13 πόντους (2/6 δίποντα, 1/3 τρίποντα, 6/7 βολές) και 8 ασίστ αποτέλεσε τον ακρογωνιαίο λίθο της νίκης απέναντι στην ομάδα με την οποία θα συνεργαζόταν μετά από δύο χρόνια.

Στον τελικό της 8ης Μαΐου, ο Σάρας ήταν ασταμάτητος με 22 πόντους, 6 ριμπάουντ και 5 ασίστ, αποτελώντας τον πολιορκητικό κριό στο θρίαμβο της Μακάμπι εις βάρος της Ταού Κεράμικα με 90-78. Αναδείχθηκε MVP του Final 4 και πανηγύρισε με την ψυχή του την κατάκτηση του τροπαίου που τον έβαλε στην ίδια πρόταση με παίκτες όπως οι Κούκοτς και Περάσοβιτς, οι οποίοι ανακηρύχθηκαν τρεις σερί χρονιές πρωταθλητές Ευρώπης με τη θρυλική Γιουγκοπλάστικα. Βέβαια ο Λιθουανός το κατάφερε με δύο διαφορετικές ομάδες, προσδίδοντας άλλο κύρος στο κατόρθωμά του.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως οι αριθμοί του στην επίθεση -σκοράρισμα και οργάνωση- έφθασαν στο ζενίθ τους κατά τη διάρκεια της «θητείας» του στη Μακάμπι (16 πόντοι και 4.8 ασίστ ανά παιχνίδι τη σεζόν 2003-2004, 15.7 πόντοι και 5.3 ασίστ την αμέσως επόμενη χρονιά), όντας ο θεαματικότερος και συγχρόνως πιο ουσιαστικός παίκτης των ευρωπαϊκών παρκέ.

The American Dream

sarunas-5
Το ΝΒΑ αποτελούσε ανέκαθεν μία ιδιάζουσα περίπτωση για τους Ευρωπαίους καλαθοσφαιριστές. Υπάρχουν εκείνοι που πήγαν πολύ νωρίς (Ντιρκ Νοβίτσκι) πραγματοποιώντας μυθική καριέρα. Κάποιοι, όπως ο Ντράζεν Πέτροβιτς, αν και δυσκολεύθηκαν στην αρχή κατάφεραν να αφήσουν το στίγμα τους προτού η μοίρα αποφασίσει για αυτούς, ενώ ορισμένοι είτε δεν επιχείρησαν το μεγάλο άλμα, με τους Διαμαντίδη και Bodiroga να αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα, είτε δεν είχαν την υπομονή και την εύνοια των συγκυριών –Σπανούλης– προκειμένου να υλοποιήσουν το όνειρό τους.

Ο Γιασικεβίτσιους ανήκει δυστυχώς στην τελευταία κατηγορία. Αποτέλεσε επιλογή του Λάρι Μπερντ, υπογράφοντας συμβόλαιο τριετούς διάρκειας τον Ιούλιο του 2005, αξίας 12 εκατομμυρίων δολαρίων. Με τη φανέλα των Πέισερς αγωνίστηκε συνολικά σε 112 παιχνίδια, ξεκινώντας βασικός 16 φορές, έχοντας μέσο 7.3 πόντους και 3 ασίστ.

Ο Λιθουανός guard δε μπόρεσε να αποδώσει σύμφωνα με τις δυνατότητές τους και έτσι στις 17 Ιανουαρίου του 2007 οι Γκόλντεν Στέιτ Ουόριορς τον ενέταξαν μαζί με τους Stephen Jackson, Al Harrington και Josh Powell στο δυναμικό τους, δίνοντας ως αντάλλαγμα στο σύλλογο από την Ιντιάνα τους Troy Murphy, Mike Dunleavy Jr., Ike Diogu και Keith McLeod.

Στους «Πολεμιστές» τα πράγματα ήταν χειρότερα. Αγωνίστηκε σε μόλις 26 αναμετρήσεις, ξεκινώντας στις δύο στη βασική πεντάδα, μετρώντας 4.3 πόντους και 2.3 ασίστ ανά παιχνίδι. Σύμφωνα με τον Sarunas «τα πάντα ήταν ζήτημα χρημάτων». Αίσθηση προκάλεσε η αποκάλυψή του σχετικά με το διάλογο που είχε με τον Ντον Λένσον όταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο προπονητικό κέντρο των Ουόριορς. Ο τότε προπονητής του τον ρώτησε ποιο είναι το αγωνιστικό του προφίλ, παίρνοντας πληρωμένη απάντηση από τον Γιασικεβίτσιους. «Με πήρες ως αντάλλαγμα και δεν ξέρεις τι παίκτης είμαι; Τι είδους προπονητής είσαι»; Ίσως αυτός να ήταν και ο βασικότερος λόγος που δεν τα κατάφερε στη «Χρυσή Πολιτεία».

Η πικρία του για τον τρόπο που αντιμετωπίστηκε στην Αμερική ήταν τόσο μεγάλη που στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου ξεσπάθωσε, κυρίως κατά του Rick Carlisle, μετά από ερωτήσεις Αμερικανών δημοσιογράφων. «Ήμουν δυστυχισμένος στην Ιντιάνα. Για μένα ήταν κακή περίοδος. Ο Ρικ μου υποσχέθηκε ένα γρήγορο στυλ παιχνιδιού το οποίο δεν είδα ποτέ.

Δε μου δόθηκαν ποτέ οι ευκαιρίες για να παίξω» ήταν μερικές από τις δηλώσεις του Saras, ο οποίος βέβαια τόνισε πως «κάποιοι παίκτες δεν ταιριάζουν στο ΝΒΑ, όπως κάποιοι παίκτες από το ΝΒΑ δε μπορούν να παίξουν στην Ευρώπη». Η συνεργασία ανάμεσα στους Ουόριορς και τον Γιασικεβίτσιους έλαβε τέλος στις 20 Σεπτεμβρίου του 2007. Η στιγμή της επιστροφής στην Ευρώπη είχε φθάσει.

Σίριαλ με… πράσινη κατάληξη

sarunas-3

Φθινόπωρο 2007. Η είδηση πως ο Ολυμπιακός είναι κοντά στην απόκτηση του Γιασικεβίτσιους προκαλεί σοκ στον αθλητικό κόσμο. Οι φήμες κάνουν λόγο για προφορική συμφωνία, μιας και ο έμπειρος point guard δεν είχε αποδεσμευτεί ακόμη από τους Ουόριορς, τριετούς συνεργασίας ανάμεσα στις δύο πλευρές με τις συνολικές απολαβές να αγγίζουν τα 7.7 εκατομμύρια ευρώ.

Εν τέλει ο Σαρούνας ήρθε στην Ελλάδα αλλά για λογαριασμό του Παναθηναϊκού. Η ανακοίνωση του από την πράσινη ΚΑΕ έναντι 7 εκατομμυρίων ευρώ (7.7 συμπεριλαμβανομένου του buyout) προκάλεσε ντελίριο ενθουσιασμού στους οπαδούς του συλλόγου. Με τον Δημήτρη Διαμαντίδη ήδη στο ρόστερ της ομάδας αλλά και την επιστροφή του Βασίλη Σπανούλη από τους Χιούστον Ρόκετς, ο Παναθηναϊκός απέκτησε μία από τις καλύτερες περιφέρειες στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ.

2007-2010. Μία μαγική τριετία για τον Λιθουανό, κατά τη διάρκεια της οποίας κατέκτησε τρία πρωταθλήματα Ελλάδας, δύο κύπελλα –2008, 2009– και μία Euroleague το 2009. Έγινε ο πρώτος παίκτης που κατέκτησε τη Euroleague με τρεις διαφορετικές ομάδες, πετυχαίνοντας παράλληλα 4 triple crown.

Αγωνίστηκε σε 90 παιχνίδια του ελληνικού πρωταθλήματος, έχοντας 10.1 πόντους και 2.7 ασίστ κατά μέσο όρο. Στη Euroleague μέτρησε 9 πόντους και 2.6 ασίστ σε σύνολο 49 αναμετρήσεων.

Και εδώ ο Γιασικεβίτσιους δεν άφησε κανέναν παραπονούμενο. Η πρώτη του μεγάλη παράσταση πραγματοποιήθηκε στις 29 Νοεμβρίου του 2007, στον εκτός έδρας αγώνα με τη Φενερμπαχτσέ Ούλκερ. Φόρτωσε το αντίπαλο καλάθι με 19 πόντους ενώ μοίρασε και τρεις τελικές πάσες, συμβάλλοντας τα μέγιστα στο θρίαμβο του ΠΑΟ με 64-83. Ακολούθησαν οι 21 πόντοι και 6 ασίστ στην εντός έδρας νίκη με 92-85 επί της Ρεάλ στις 6 Δεκεμβρίου του 2007, οι 21 πόντοι στην εκτός έδρας επικράτηση επί της Brose Baskets με 58-72 στις 19 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους αλλά και οι 23 πόντοι με 3/5 δίποντα, 3/5 τρίποντα και 8/8 βολές στις 24 Ιανουαρίου του 2008 κόντρα στη Φενέρ (88-68 το τελικό αποτέλεσμα). Επίσης στο Top 16 εκείνης της χρονιάς σημείωσε 16 πόντους στην έδρα της Σιένα και 20 στη Χάλα Πιονίρ απέναντι στην Παρτιζάν, με τον ΠΑΟ να γνωρίζει την ήττα και στις δύο περιπτώσεις και να αποκλείεται από τα playoffs.

Ο εγωισμός του Λιθουανού είχε δεχτεί μεγάλο πλήγμα και για αυτό φρόντισε να επανορθώσει στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος. Η απόδοσή του στις αναμετρήσεις κόντρα στον Ολυμπιακό ήταν αυτή που αρμόζει σε ένα παίκτη αυτού του βεληνεκούς, με τον ΠΑΟ να αναδεικνύεται πρωταθλητής Ελλάδας για 29η φορά στην ιστορία του (3-2 στις νίκες), συνδυάζοντάς το τρόπαιο και με το κύπελλο Ελλάδος που κατέκτησε στις 26 Μαρτίου του 2008, με αντίπαλο και πάλι τους «ερυθρόλευκους» (81-79). Ο Saras στο συγκεκριμένο παιχνίδι είχε 8 πόντους.

Η επόμενη σεζόν (2008-2009), παρ’ όλο που ξεκίνησε με τη συντριβή από τη Μπαρτσελόνα στο Palau Blaugrana με 90-66, στο πλαίσιο της δεύτερης αγωνιστικής για την πρώτη φάση της Euroleague, βρήκε τoν Παναθηναϊκό να πανηγυρίζει το δεύτερο triple crown της ιστορίας του, με τον Σάρας να απολαμβάνει την τέταρτη τριπλή –κύπελλο, πρωτάθλημα και Ευρωλίγκα– επιτυχία του. Στο Final 4 του Βερολίνου έδωσε ένα ακόμα ρεσιτάλ, σκοτώνοντας τον Ολυμπιακό, 82-84, στον ημιτελικό με 18 πόντους, 5 ασίστ και 3 ριμπάουντ, συνθέτοντας με τους Batiste, Σπανούλη και Πέκοβιτς μία τρομερή γραμμή κρούσης. Στον τελικό της 3ης Μαΐου ο χαρισματικός point guard ήταν για ακόμη μία φορά μοναδικός. Σκόραρε κρίσιμους πόντους (10), μοίρασε σωστά τη μπάλα (4 ασίστ), έπαιξε έξυπνη και δυνατή άμυνα και όταν είδε τον Σισκάουσκας να αστοχεί στο τελευταίο σουτ της αναμέτρησης ξέσπασε σε τρελούς πανηγυρισμούς. Στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδος είχε 10 πόντους με τον ΠΑΟ να κατακτά ξανά το τρόπαιο, με 80-70, κόντρα στον Ολυμπιακό, οι παίκτες του οποίου δεν κατάφεραν να αντισταθούν ούτε στους Τελικούς του πρωταθλήματος στις ορέξεις της παρέας του Jasikevicius, ο οποίος φρόντισε να φιλοδωρήσει και με μία μεγαλοπρεπέστατη τάπα τον Γιάννη Μπουρούση στην απίστευτη νίκη με 91-64 επί των Πειραιωτών.

Το καλοκαίρι του 2009 υπεβλήθη σε επέμβαση καθαρισμού στο γόνατό του, επιστρέφοντας μετά από πέντε μήνες στη δράση, χωρίς όμως να μπορεί να αγγίξει τα πρότερα αγωνιστικά επίπεδα. Κατέκτησε μόνο το πρωτάθλημα Ελλάδας, το οποίο σημαδεύτηκε από επεισόδια στον 4ο τελικό στο ΣΕΦ και διαμαρτυρίες από την πλευρά του Ολυμπιακού για τη διαιτησία του τρίτου τελικού στο ΟΑΚΑ, αποτυγχάνοντας τόσο στον τελικό κυπέλλου, γνωρίζοντας την ήττα από τους «ερυθρόλευκους» με 68-64, όσο και στην Ευρωλίγκα, με τον Παναθηναϊκό να μην προκρίνεται, όπως και τη σεζόν 2007-2008, στα playoffs. Το τέλος της αγωνιστικής περιόδου σήμανε και την ολοκλήρωση του πρώτου κεφαλαίου της κοινής πλεύσης ανάμεσα στις δύο πλευρές.

Επιστροφή εκεί όπου αγαπήθηκε

Lietuvos Rytas v Regal FC Barcelona - Turkish Airlines Euroleague
Ο Γιασικεβίτσιους είχε το χάρισμα να δένεται συναισθηματικά με τους οπαδούς των ομάδων που «υπηρέτησε». Έτσι, τα τέσσερα τελευταία χρόνια της καριέρας του (2010-2014) αποφάσισε να πραγματοποιήσει ορισμένα ταξιδάκια. Το Νοέμβριο του 2010 υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με τη Λιέτουβος Ρίτας, διάρκειας ενός έτους, γνωρίζοντας την αποθέωση από τους οπαδούς της πρώτης του ομάδας σε επαγγελματικό επίπεδο.

Η συνεργασία όμως έμεινε ημιτελής καθώς τον Ιανουάριο του 2011 η Φενέρ εξαγόρασε το συμβόλαιό του. Ο Σάρας υπέγραψε νέο μονοετές συμβόλαιο και αποτέλεσε ένα πολύτιμο γρανάζι στην κατάκτηση του κυπέλλου και του πρωταθλήματος Τουρκίας (4-2 τη Γαλατασαράι στους τελικούς).

Γύρισε στην Ελλάδα για χάρη του Παναθηναϊκού το Σεπτέμβριο του 2011. Αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης του τελικού Κυπέλλου, αφού με αυτόν μπροστάρη ο ΠΑΟ κατέκτησε το τρόπαιο απέναντι στον Ολυμπιακό με 71-70, με επική ανατροπή και επιμέρους σκορ 12-2 στα τελευταία 7:15 της αναμέτρησης.

Η μοίρα του επιφύλασσε όμως ένα μεγάλο δώρο-έκπληξη. Στα playoffs της Euroleague ο ΠΑΟ διασταυρώθηκε με τη Μακάμπι. Η επιστροφή του στη Nokia Arena στις 27 και 29 Μαρτίου του 2012 συνδυάστηκε με εκδηλώσεις λατρείας από τους Ισραηλινούς, εντός και εκτός γηπέδου, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις ξεπέρασαν τα όρια του παροξυσμού. Σε αυτή τη σειρά είχε 10 πόντους και 3.6 ασίστ ανά παιχνίδι, οδηγώντας εκ του ασφαλούς, μαζί με τους Διαμαντίδη και Καλάθη, τον ΠΑΟ στο Final 4 της Κωνσταντινούπολης.

Στον ημιτελικό της διοργάνωσης, είχε 19 πόντους με 5/8 δίποντα και 3/6 τρίποντα, 3 ριμπάουντ και 2 ασίστ κόντρα στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας, με τον Παναθηναϊκό να αποκλείεται με 66-64, με τις αποφάσεις των διαιτητών να είναι, αν μη τι άλλο, αμφιλεγόμενες.

Οι «πράσινοι» περιορίστηκαν στην τέταρτη θέση, ενώ απέτυχαν να διατηρήσουν και τα εντός συνόρων κεκτημένα καθώς ο Ολυμπιακός αναδείχθηκε πρωταθλητής για πρώτη φορά μετά το 1997, όντας εξαιρετικός σε άμυνα και επίθεση, περιορίζοντας αρκετά τον Λιθουανό guard που πάλεψε λυσσαλέα.

Ο πέμπτος τελικός του 2012 αποτέλεσε και την τελευταία του παράσταση στην Ελλάδα. Συνέχισε την καριέρα του στη Μπαρτσελόνα, στην οποία παρέμεινε επίσης για ένα χρόνο. Κατέκτησε το κύπελλο Ισπανίας (δεν αγωνίστηκε στον τελικό του Copa del Rey της 10ης Φεβρουαρίου 2013), περιορίστηκε εκ νέου στην τέταρτη θέση σε Final 4, με τη Ρεάλ, έπειτα από τον ημιτελικό του Λονδίνου, να του στερεί και το πρωτάθλημα Ισπανίας.

Τελευταίος σταθμός της θρυλικής καριέρας του ήταν η Ζαλγκίρις Κάουνας με την οποία κατέκτησε το πρωτάθλημα Λιθουανίας για τη σεζόν 2013-2014, μετρώντας παράλληλα 6.7 πόντους και 3.1 ασίστ στα παιχνίδια της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε πως το κύκνειο άσμα του πραγματοποιήθηκε με τα χρώματα της ομάδας που αρνήθηκε να του δώσει την ευκαιρία πριν από 17 ολόκληρα χρόνια να συμμετάσχει στο κορυφαίο επίπεδο (Κύπελλο Πρωταθλητριών). Η ζωή είναι γεμάτη ανατροπές και εκπλήξεις.

Κεφάλαιο «Εθνική Λιθουανίας»

sarunas-1
Η κατάσταση δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική με την Εθνική ομάδα της πατρίδας του. Ως γνήσιος απόγονος των Μαρτσιουλόνις και Σαμπόνις, έχοντας όμως και την τύχη να αποτελεί μέλος μίας ευλογημένης γενιάς του Λιθουανικού μπάσκετ (Μασιγιάουσκας, Ζουκάουσκας, Στομπέργκας, Σσισκάουσκας, Σονγκάιλα, Λαβρίνοβιτς) δεν ήταν δυνατόν να μην μετατραπεί σε συλλέκτη μεταλλίων και ατομικών διακρίσεων.

Το ντεμπούτο του πραγματοποιήθηκε στο Eurobasket του 1997 στην Ισπανία, με τη Λιθουανία να τερματίζει στην 6η θέση και τον Σαρούνας να έχει 3.7 πόντους και 3.1 ασίστ.

Τα μαγικά ξεκίνησαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σύδνεϋ. Συμμετείχε και στα 8 παιχνίδια του τουρνουά, έχοντας 14 πόντους και 5.1 ασίστ ανά παιχνίδι, οδηγώντας τη Λιθουανία στην κατάκτηση της τρίτης θέσης, επικρατώντας της Αυστραλίας στον μικρό τελικό με 89-71.

Κορυφαία στιγμή της διοργάνωσης ήταν ο παραλίγο θρίαμβος επί των ΗΠΑ (85-83) στον ημιτελικό της 29ης Σεπτεμβρίου του 2000. Ο Σάρας, με 27 πόντους και 4 ασίστ, ήταν απίστευτος αλλά συγχρόνως και μοιραίος, αστοχώντας στο τελευταίο σουτ του αγώνα μπροστά από τον Αντόνιο Μακ Ντάις.

Επόμενη στάση Σουηδία. Το Ευρωμπάσκετ του 2003 σηματοδότησε την επιστροφή της Λιθουανίας στην κορυφή της Ευρώπης μετά το μακρινό 1939 και βασικός υπεύθυνος δεν ήταν άλλος από τον Jasikevicius. Η Λιθουανία κατέκτησε αήττητη το τρόπαιο, με τον ηγέτη της να έχει 14 πόντους μέσο όρο και να ανακηρύσσεται τόσο κορυφαίος πασέρ με 8.2 ασίστ ανά παιχνίδι όσο και MVP της διοργάνωσης. Στον μεγάλο τελικό απέναντι στην Ισπανία, είχε 10 πόντους και 9 ασίστ οδηγώντας την ομάδα του στο θρίαμβο με 93-84.

Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας ήταν για ακόμη μία φορά φαντασμαγορικός (14.1 πόντοι και 5.6 ασίστ), δίχως όμως να ανέβει εκ νέου στο βάθρο. Υπεύθυνη ήταν η Αμερική, οι παίκτες της οποίας επικράτησαν της Λιθουανίας στον μικρό τελικό με 104-96 και πήραν με αυτό τον τρόπο εκδίκηση για την ήττα στον πρώτο γύρο με 90-94, σε ένα παιχνίδι που ο Μέγας Σάρας είχε 28 πόντους και 4 ασίστ διαλύοντας όλα τα αμυντικά συστήματα του Λάρι Μπράουν.

Δε συμμετείχε στο Πανευρωπαϊκό του 2005, ούτε στο Παγκόσμιο του 2006, επέστρεψε όμως στο Ευρωμπάσκετ του 2007 στην Ισπανία και οδήγησε τη Λιθουανία στο χάλκινο μετάλλιο, κερδίζοντας στον μικρό τελικό την Ελλάδα με 69-78. Σε αυτή την αναμέτρηση είχε 11 πόντους και 5 ασίστ.

Από εκεί και έπειτα πήρε μέρος στους Ολυμπιακούς του 2008 και του 2012, με τη Λιθουανία να καταλαμβάνει την 4η και την 8η θέση αντίστοιχα, ενώ στο Eurobasket του 2011 δεν κατάφερε να οδηγήσει την Εθνική ομάδα σε μία νέα διάκριση (5η θέση).

Στις 29 Ιουλίου 2015 o Σαρούνας Γιασικεβίτσιους ανακοίνωσε την απόσυρσή του από την ενεργό δράση, σκοτώνοντας με αυτό τον τρόπο τον παίκτη που έκρυβε μέσα του, αναλαμβάνοντας χρέη βοηθού προπονητή στη Ζαλγκίρις Κάουνας, ενώ σύντομα έγινε head-coach της ομάδας. Η Μπαρτσελόνα φερόταν να είναι ο επόμενος σταθμός στην καριέρα του, ωστόσο ο Σάρας παρέμεινε στην Ζαλγκίρις, όπου και φέτος διαπρέπει.

Coffee House